- σηραγγώδης
- σηραγγώδηςfull of holesmasc/fem acc pl (attic epic doric)σηραγγώδηςfull of holesmasc/fem nom/voc pl (doric aeolic)σηραγγώδηςfull of holesmasc/fem nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σηραγγώδης — ες, / σηραγγώδης, ῶδες, ΝΜΑ [σῆραγξ, αγγος] (για όργανα τού σώματος) αυτός που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη στο εσωτερικό του πολυπληθών κοιλοτήτων, πορώδης, σπογγώδης (α. «σηραγγώδες σώμα» β. «θηλαὶ σηραγγώδεις», Σωρ. γ. «σηραγγῶδες νεῡρον»,… … Dictionary of Greek
σηραγγώδη — σηραγγώδης full of holes neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) σηραγγώδης full of holes masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) σηραγγώδης full of holes masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγωδέστατον — σηραγγώδης full of holes masc acc superl sg σηραγγώδης full of holes neut nom/voc/acc superl sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγῶδες — σηραγγώδης full of holes masc/fem voc sg σηραγγώδης full of holes neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγώδεα — σηραγγώδης full of holes neut nom/voc/acc pl (epic ionic) σηραγγώδης full of holes masc/fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγώδεις — σηραγγώδης full of holes masc/fem acc pl σηραγγώδης full of holes masc/fem nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγωδέστερα — σηραγγώδης full of holes neut nom/voc/acc comp pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγωδῶν — σηραγγώδης full of holes masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγώδεσι — σηραγγώδης full of holes masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηραγγώδεσιν — σηραγγώδης full of holes masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)